Τρικυμία

Έβρισκε στις παλιές ιστορίες την πρώτη του ύλη για να φτιάξει τα δικά του. Διάβαζε Πλούταρχο και Πλαύτο, όχι βέβαια Θουκυδίδη ή Τάκιτο, διάβαζε δηλαδή αυτά που έδιναν καύσιμα στη φαντασία του. Διάβαζε μεσαιωνικά αφηγήματα και χρονικά, όχι για αγίους και θαύματα, αλλά με μαγείες και επιδράσεις στις ζωές των ανθρώπων. Δεν είχε στόφα μελετητή αλλά ήταν ψαχτουλευταράς. Ήταν αυθεντικός αναγεννησιακός, λάτρης της νεότητας – άνθρωπος που έβλεπε το κακό να το σέρνει ο άνθρωπος αφού περάσει τα 30. Ως αναγεννησιακός ήταν άθεος που δεν ήθελε να συγκρουσθεί με την εκκλησία αλλά να την παρακάμψει, σαν μια κασέλα που πιάνει χώρο αλλά είναι άδεια από νόημα. Ήταν βέβαιος πως η εξουσία έχει για θρόνο της τη δολιότητα και υπηρέτη της τον δήμιο. Ήταν ποιητής. Ο ποιητής Ουίλιαμ Σαίξπηρ.

Το τελευταίο του έργο είναι η Τρικυμία – όπως το μεταφράζουμε εδώ, διαγράφοντας την ουσιαστική παραδήλωση της αγγλικής λέξης Tempest. H λέξη προέρχεται από τη λατινική tempus, που σημαίνει χρόνος, μια αόριστη περίοδος. Ερωτάται: ο ποιητής χρησιμοποίησε τη λέξη με την παραδήλωσή της; Απάντηση: ναι, και δεν είναι η μόνη. Έχοντας γνώση της λατινικής από νέος ακόμη, ο ποιητής χρησιμοποιεί τις παραδηλώσεις πολλές φορές μέσα στο έργο. Για παράδειγμα, τα ονόματα: ο Πρόσπερος (Prospero), ο μάγος αφέντης που όλα τα υποτάσσει, προέρχεται από το λατινικό pro spere, θα λέγαμε Ελπιδοφόρος. Το όνομα της κόρης του Μιράντα προέρχεται από το λατινικό mirandus που σημαίνει αξιοθαύμαστη. Ο άνδρας που την αγάπησε και μαζί της αποκαθιστά την ισορροπία λέγεται Φερδινάνδος, όνομα που έφεραν στην Ευρώπη οι Βισιγότθοι, και ρίζα του έχει το farthi, και δηλώνει το προστατευόμενο προχώρημα. Ο Κάλιμπαν πάλι, είναι αναγραμματισμός του Cannibal, ανθρωποφάγος, χωρίς γλώσσα και πολιτισμό, όπως ονόμασε ο Κολόμβος τους ιθαγενείς της Αμερικής και ο Ρίτσαρντ Χέκλατ επίσης, στο βιβλίο του Ταξίδια που είχε διαβάσει ο Σαίξπηρ. Κι άλλα τέτοια πολλά, πάρα πολλά, υπάρχουν μέσα στην Τρικυμία, αλλά δεν με ενδιαφέρει μια πραγματεία περί των ονομάτων και των λέξεων στον Σαίξπηρ, αν και θα τη διάβαζα με χαρά μου. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η Τρικυμία του Σαίξπηρ πάντως δεν είναι ένα θαλάσσιο φαινόμενο αλλά μια εποχή (η εποχή μας) που κατέληξε ή θα καταλήξει σε τρικυμία απ όπου θα βγούμε στο σωστό δρόμο. Αυτήν την τρικυμισμένη εποχή και το θαυμαστό πέρασμά της, την βλέπουμε εκ των υστέρων, ευχόμενοι.

Και ιδού το θέμα: ποια είναι λοιπόν η πελώρια μαγεία του Πρόσπερου; Απάντηση: δύο είναι. Η πρώτη, είναι η μεταμόρφωση του Κάλιμπαν, η δεύτερη αφήνεται ως ευχή σε εμάς.

Ο Κάλιμπαν, το “χυδαίο τέρας που δεν θέλω ούτε να το βλέπω” όπως λέει η Μιράντα, κατηγορεί τον Πρόσπερο πως τον μάγεψε “και μ΄έμαθες να λέω με τα ονόματά τους” τα πράγματα [χρησιμοποιώ -και συνιστώ- τη μετάφραση του Ερρίκου Μπελιέ, στις εκδόσεις Κέδρος] κι ο μέγας μάγος αποκρίνεται πως ναι, “έκανα κόπο να σε μάθω να μιλάς. Όταν ακόμα εσύ, πρωτόγονε, δεν ήξερες που παν τα τέσσερα και γρύλιζες σαν ζώο, σε προίκισα με λέξεις να εκφράζεις αυτά που σκέφτεσαι.”

Η δεύτερη μαγεία του Πρόσπερου είναι τούτη: η ελπίδα πως θα δοθεί στον άνθρωπο από θαύμα (Μιράντα) η δυνατότητα να προχωρήσει (Φερντινάντος) σε μια εποχή αποκατάστασης όλων και βίου ειρηνικού. Ο Σαίξπηρ είναι άθεος και το δηλώνει σχεδόν κρυφά: “Αυτός είν’ ο σκοπός του τραγουδιού μας [της ζωής μας] που τον παίζει κάποιος κύριος πολύ γνωστός απ’ τις ταμπέλες [εκκλησίες], ο κύριος Κανένας.” Κι ωστόσο, στα χέρια του κυρίου Κανένα μας αφήνει στο τέλος, ευχόμενος για μας.

Το έργο τέλειωσε, και ο ποιητής εμφανίζεται μπροστά μας, να πει έναν αποχαιρετιστήριο λόγο σε μας, στο κοινό του:

Τώρα που τα μάγια μου χάθηκαν,

κι έμεινα μόνο με τις δικές μου δυνάμεις, τις λιγοστές,

τώρα το ξέρετε, είν’ αλήθεια, με κάνετε πιά ό,τι θέλετε:

ή με κρατάτε δώ ή ξαποστέλνετε. […]

Τώρα, δεν έχω πια τα ξωτικά μου να προστάξω,

ούτε την τέχνη να μαγεύω.

Αφηνόμαστε όλοι, κι εκείνος κι εμείς, στο έλεος του Θεού.

Παράξενος αποχαιρετισμός. Τι έφυγε με το θάνατο του Σαίξπηρ; Ο δικός μας Σαίξπηρ όχι, ο δικός του ίσως. Εμείς συνεχίζουμε το ταξίδι μαζί του, ως άλλοι Άριελ, αερικά αιχμαλωτισμένα μέσα στη φύση που τα ελευθέρωσε και υπακούν στο ανώτερο, στο πνευματικό, στον λόγο. Η Τρικυμία μας όμως δεν έχει τέλος. Εκεί, ο μέγας μάγος δεν επέτυχε. Συνεχίζουμε να ζούμε ποιητή μέσα στο χάος της Τρικυμίας. Η δικαίωσή σου, που θάναι και δικαίωσή μας, το ξέρουμε πια πως θα μας μείνει αυτό που είναι: ένα όνειρο. Έτσι ακριβώς: το ξέρουμε πια πως “είμαστε όλοι φτιαγμένοι από υλικά ονείρων”.

Read Previous

Παν. Δρακόπουλος, Του Μιχάλη Κατσαρού

Read Next

Αλέξης Μάϊνας, Η εγκράτεια